________________________________________________________________________________________________________________________________________

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ / ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ / ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΣ ΝΑΟΣ / ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ / ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΑΝ. ΑΝΔΡΙΟΠΟΥΛΟΥ / ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ
________________________________________________________________________________________________________________________________________


6/11/2009

ΤΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΚΥΡΟΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ


Το Οικουμενικό κύρος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως
(θεολογία – ιστορία - κανονικότητα)

Του θεολόγου Μ.Θ.Π.
φωτό: Ν. Μαγγίνας

Επί τη ιερά μνήμη του Αγίου Ενδόξου Αποστόλου Βαρθολομαίου, του «μεγάλου ηλίου οφθέντος, τη Εκκλησία, διδαγμάτων λάμψεσι και θαυμασίων φοβερών, φωταγωγούντος τους τιμώντας αυτόν», κατά την οποία άγει τα Σεπτά Αυτού Ονομαστήρια ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, παραθέτουμε ένα κείμενο σχετικά με το Οικουμενικό κύρος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Το μοναδικό και κεντρικό μυστήριο, το μυστήριο των μυστηρίων, είναι ο Χριστός και η Εκκλησία Του. Και μια από τις ιδιότητες της Εκκλησίας, τα κύρια γνωρίσματα Της, είναι η καθολικότητα. Με αυτήν σχετίζεται στενά η οικουμενικότητα. Ουσιαστικά είναι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος, η οικουμενικότητα δίνει σάρκα και οστά στην καθολικότητα, η καθολικότητα είναι «ποιοτική», ενώ η οικουμενικότητα είναι «ποσοτική». Η Πρωτόθρονη Εκκλησία στον Ορθόδοξο χώρο είναι ο Οικουμενικός θρόνος, το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως, η Μητέρα Εκκλησία και το κατ΄ εξοχήν Κέντρο ενότητας όλων των κατά τόπους Αυτοκεφάλων ή Αυτονόμων Ορθοδόξων Εκκλησιών τόσο στην ορθή πίστη, όσο και στην ορθή τάξη. Η λειτουργία του Οικ. Πατριαρχείου ως το κατ’ εξοχήν κέντρο της ενότητας, απορρέει όχι μόνο από το εξαιρετικό κανονικό προνόμιο της ισότιμης συμμετοχής, μαζί με την Εκκλησία της Πρεσβυτέρας Ρώμης, στην τιμή του «Πρώτου Θρόνου» στην τάξη της πρωτοκαθεδρίας των πατριαρχικών θρόνων (σύμφωνα με τους κανόνες των (3ος της Β΄, 9ος , 17ος, 28ος της Δ΄ και 36ος της Πενθέκτης) Οικουμενικών Συνόδων, αλλά και από τη μακραίωνη διακονία του στη μαρτυρία, την περιφρούρηση και τη διάδοση της ορθοδόξου πίστεως, αλλά και από την συνεχή μαρτυρία του στην διαφύλαξη της κανονικής τάξεως. Και αυτή η ενότητα σε ολόκληρη την Εκκλησία διαμορφώθηκε και διατηρείται «μυστηριακά» μέσω του Επισκοπικού αξιώματος και της Θείας Ευχαριστίας. Η Εκκλησία είναι το μυστήριο του Σώματος του Χριστού και η Θεία Ευχαριστία είναι η φανέρωση της Εκκλησίας. τούτο υπήρξε συνείδηση ήδη από τους τρεις πρώτους αιώνες, ότι δηλαδή η Εκκλησία εκφράστηκε εν τόπω και χρόνω μέσω της Ευχαριστίας και μάλιστα «μέχρι ταυτότητος»1 «ουδέν, ίσως, άλλο γεγονός ιστορικόν υπήρξε τόσον αδιασπάστως ηνωμένον μετά της αναλλοιώτου φύσεως της Εκκλησίας, όσον υπήρξε η ενότης αυτής εν τη ευχαριστία και τω επισκόπω. Διό και ουδέν άλλο γεγονός επέδρασε τόσον μονίμως και αποφασιστικώς επί της ιστορικής ζωής της Εκκλησίας, και προσέδωκεν εις αυτήν τόσον θεμελιώδεις σταθεράς μορφάς, όσον η ενότης αύτη»2 «συνδεδεμένη μέχρι ταυτότητος η θ. ευχαριστία προς την ενότητα της Εκκλησίας, δεν εβράδυνε να αποτελέσει το θεμέλιον, επί του οποίου ωκοδομήθη και διεμορφώθη η καθολική Εκκλησία των τριών πρώτων αιώνων. Δια του πλήρους ταυτισμού της ευχαριστιακής συνάξεως προς «την εκκλησίαν του Θεού, την ούσαν» ή «παροικούσαν» εν τινι τόπω ετέθη η πρώτη βασική αρχή εν τη διαμορφώσει του αρχαίου καθολικισμού: εφόσον η ευχαριστιακή σύναξις ενσαρκώνει και αποκαλύπτει εν τη ιστορία ουχί μέρος του ενός Χριστού, αλλ’ αυτόν τούτον τον όλον και ένα Κύριον, αναλαμβάνοντα εν εαυτώ εις το διηνεκές τους «πολλούς», ίνα τους καταστήσει Ένα και τους επαναφέρει δια της θυσίας του ενώπιον του θρόνου του Πατρός»3 «δεν είναι πράγματι δυνατόν να ομιλώμεν περί της εκκλησίας και της ενότητος αυτής άνευ πρωταρχικής αναφοράς εις την θ. ευχαριστίαν» και «η θ. ευχαριστία είναι το κέντρον της ενότητος των χριστιανών μετά του Χριστού εν τω σώματι της Εκκλησίας. Διότι δι’ αυτής κατ’ εξοχήν αποκαλύπτεται η Εκκλησία εις σώμα Χριστού και κοινωνίαν του Αγ. Πνεύματος»4.

Αλλά αν η Εκκλησία αποτελεί το μυστικό Σώμα του Χριστού και εντός αυτής συνενώνονται ο θείος και ο ανθρώπινος παράγοντας υπό μια κεφαλή, τον Ένα Κύριο, αυτό ακριβώς το γεγονός αποτελεί και την λύση στο σημαντικό πρόβλημα «το περί κριτηρίου του προσδιορισμού του περιεχομένου των ιερών κανόνων»5 και της κατανοήσεως και ερμηνείας τους. Το μέτρο εδώ δεν είναι το «ξηρόν κείμενον του κανόνος, αλλ’ η ζωντανή μαρτυρία της παραδόσεως της Εκκλησίας, ήτις αποτυπούται εν τη εκκλησιαστική ζωή και πράξει»6.
Η δε ορθή κατανόηση και ερμηνεία των ιερών κανόνων είναι ο οδηγός στην κατανόηση του τρόπου λειτουργίας της Εκκλησίας, η οποία παρότι αποτελείται από ένα σύνολο μεγάλων εκκλησιαστικών περιφερειών, Πατριαρχεία, Αυτοκέφαλες ή Αυτόνομες Εκκλησίες, αποτελούν ταυτόχρονα και την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, η οποία γνωρίζει σαν ακρογωνιαίο λίθο του Σώματος Της, τον Ιησού Χριστό. Αλλά η Εκκλησία εργάζεται και τοπικά και οικουμενικά και το Οικ. Πατριαρχείο έχει το μεγάλο αυτό προνόμιο να έχει σαφή γνώση των προβλημάτων όλου του κόσμου7.
Με την μαρτυρία αυτή την «εκκλησιολογική» πορεύεται το Οικουμενικό Πατριαρχείο ανά τους αιώνες. Δίνει την μαρτυρία της κανονικότητος και είναι εγγυητής της ενότητας και αντιμετωπίζει τις κανονικές, αθέλητες ή και ηθελημένες πολλές φορές, αστοχίες και παρεκκλίσεις. Και η συνεχής και αδιάκοπη μαρτυρία του στην ενότητα ενεργοποίησε και ενεργοποιεί την συνοδική συνείδηση της Εκκλησίας στα θέματα της πίστεως αλλά και της τάξεως, όχι μόνο πριν, αλλά και μετά το σχίσμα του 1054. Όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι συγκλήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη ή σε πόλεις της κανονικής δικαιοδοσίας της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Αλλά και η αποστολική μαρτυρία της πίστεως και η υπεράσπιση της, συνδέονται με την διαχρονικότητα του Οικ. Θρόνου στην «πράξη της Εκκλησίας» και κατά την ακμή του Βυζαντίου και κατά τους αιώνες που ακολούθησαν την κατάλυση της αυτοκρατορίας. Μάλιστα κατά την τελευταία αυτή χρονική περίοδο αντιμετωπίστηκαν τα ζητήματα του φυλετισμού και της διασποράς (19ος αι.).


Αυτά τα πρεσβεία τιμής του Οικουμενικού θρόνου έχουν «καθαγιαστεί» στην συνείδηση των μελών της Εκκλησίας, όλων των ορθοδόξων λαών, ανεξάρτητα αν ανήκουν σε άλλες, ανά την οικουμένη, Ορθόδοξες Εκκλησίες, Πατριαρχεία, πρεσβυγενή και μη, Αυτοκέφαλες ή Αυτόνομες Εκκλησίες. Κατά τους κανόνες η δικαιοδοσία του Οικ. Πατριαρχείου εκτείνεται σε κάθε ορθόδοξο, ο οποίος βρίσκεται εκτός των ορίων των υπολοίπων Ορθοδόξων Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων και Αυτονόμων Εκκλησιών (υπερόρια εδάφη). Αλλά και στην συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας είναι και ο εγγυημένος φορέας του οικουμενικού πνεύματος και της οικουμενικής ευρύτητας των Πατέρων της Εκκλησίας. Διατηρεί δε σχέσεις «αδελφικές» με τα άλλα Πατριαρχεία και τις Αυτοκέφαλες και Αυτόνομες Εκκλησίες, χωρίς επεμβάσεις στα εσωτερικά ζητήματα τους, με γνώμονα την κοινή πίστη και την κανονική παράδοση της Ορθοδοξίας, αλλά και την κοινωνία της αγάπης και των μυστηρίων και έτσι προσεγγίζει ουσιαστικά και εμπειρικά το γεγονός της Εκκλησίας, ως Σώματος του Χριστού. Και με τον τρόπο αυτό το «κανονικό κύρος» του Οικ. Πατριαρχείου είναι αστασίαστο όπως και η εσωτερική συνοχή της ευρύτερης διοικητικής δικαιοδοσίας του, στα επίπεδα, πάντοτε, της κανονικής άσκησης της, είτε εντός των πατριαρχικών ορίων, είτε εντός των προδικαιοδοσιακών εδαφών του (κατάλυση ή άρση ενός αυτοκεφάλου), είτε εντός των υπερορίων εδαφών του. Αυτοί οι παράγοντες είναι θεμελιακοί για την εκπλήρωση της σύνθετης αποστολής του Οικουμενικού Θρόνου, περισσότερο δε τούτο έγινε φανερό στους χαλεπούς καιρούς της περιόδου μετά το Βυζάντιο. Στις δυσκολότατες αυτές ημέρες φαίνεται όλο το μεγαλείο της μητρικής στοργής και της εξαιρετικές αυθεντίας της Μητρός Εκκλησίας. Αλλά και κατά τον 19ο μ.Χ. αιώνα που ο κατευθυνόμενος εθνοφυλετισμός έθιξε βασικές αρχές της κανονικής παραδόσεως της Ορθόδοξης Εκκλησίας, δεν κατέστη, ευτυχώς, δυνατό να θιγούν η εξαιρετική θέση, αλλά και η αποστολή του Οικ. Θρόνου στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
Η παραχώρηση του Αυτοκεφάλου και το Αυτονόμου, αλλά και η απόδοση της Πατριαρχικής περιωπής και αξίας στις Σλαβικές Ορθόδοξες Εκκλησίες διαμόρφωσαν ένα πλαίσιο κανονικότητας της ενότητας όλων των Ορθοδόξων στην πιστή και την τάξη. Η διακονία αυτή του Οικ. Θρόνου είναι πάντοτε η σταθερή και αμετακίνητη βάση της αποστολής του στην Ορθόδοξη Εκκλησία και το μοναδικό κριτήριο για την ορθή εκκλησιαστική της αξιολόγηση μέσα από τις διαδοχικές ιστορικές μεταβολές (Βυζάντιο, Σχίσμα των Εκκλησιών, περίοδος μετά το σχίσμα, περίοδος μετά την κατάλυση του Βυζαντίου, Εθναρχία κατά την Τουρκοκρατία, Πατριαρχείο των Ρωμιών, Πατριάρχης του Γένους). Χωρίς αυτή την υπεύθυνη διακονία και την ανύστακτη φροντίδα και μέριμνα της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, η Ορθοδοξία δεν θα έβγαινε αλώβητη από τις περιπέτειες. Είπε σχετικά ο μακαριστός Οικ. Πατριάρχης Δημήτριος ο Α΄(+1991) κατά την επίσημη επίσκεψη του στην Εκκλησία της Ελλάδος το έτος 1987: «Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον έχεται στερρώς των ιερών ημών παραδόσεων και ενσαρκώνει και φυλάττει και κηρύττει τας αξίας εκείνας, αι οποίαι αντέχουν εις τον χρόνον και ταυτίζονται προς την αιωνιότητα. Εγράφη επιτυχώς, ότι {το Φανάρι μοιάζει πεισματικά γαντζωμένο στο μυστικό της ζωής, που είναι η συσσωμάτωση στην Παράδοση}. Όμως δεν μυωπάζει πρό της εκάστοτε πραγματικότητος, αλλά γνωρίζει να προσαρμόζεται υγιώς πρός αυτήν, χωρίς να θυσιάζει τίποτε από την ουσίαν, από τας αξίας, από την παράδοσιν»8.
Κατά την πρώτη Σύναξη στην Κωνσταντινούπολη το έτος 1992 των Προκαθημένων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών τονίστηκε και πάλι το προνόμιο της διακονίας του Οικ. Πατριαρχείου στην ενότητα και στην τάξη, όπως και στην Σύναξη των Προκαθημένων το έτος 2000, για τον εορτασμό των δυο χιλιάδων ετών ζωής της Εκκλησίας, αλλά και κατά την πρόσφατη Σύναξη το 2008 (Μήνυμα των Προκαθημένων των Αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, Κωνσταντινούπολη, Κυριακή της Ορθοδοξίας, 1992 – Μήνυμα των Προκαθημένων της Ορθοδόξου Εκκλησίας κατά την εν Φαναρίω Σύναξιν αυτών, Χριστούγεννα 2000 μ.Χ., Μήνυμα των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών, Φανάρι Οκτώβριος 2008). Φαίνεται ακόμη στα κείμενα αυτά η αγωνία του Οικουμενικού Θρόνου, αλλά και των Ορθοδόξων Προκαθημένων, για όλα σύγχρονα προβλήματα που ταλανίζουν τον κόσμο ολόκληρο, η αντιμετώπιση των οποίων απαιτεί την ενότητα. Της ενότητας αυτής Πρωτοδιάκονος και Πρωταπόστολος τυγχάνει ο Οικουμενικός Θρόνος και ο εκάστοτε Σεπτός Πηδαλιούχος Αυτού, ως ο Πρώτος και κύριος εκπρόσωπος «εν τη σειρά των λοιπών Πατριαρχών της Ορθοδόξου Ανατολής» τόσο στα πρεσβεία τιμής αλλά και στα δικαιώματα πραγματικής εκκλησιαστικής εξουσίας επί του ποιμνίου Του, αλλά και επί της Ορθοδόξου Ανατολής (σε γενικότερα εκκλησιαστικά ζητήματα και όχι μόνον αβροφρόνως ή με έννοια σεβασμού, αλλά κυρίως ΚΑΝΟΝΙΚΩΣ) στα πλαίσια, πάντοτε, της μετά των λοιπών Προκαθημένων συνεργασίας. Και πάντα ταύτα με την εκκλησιοπρεπή αυτοσυνειδησία ότι ο Οικουμενικός Θρόνος έχει πάντοτε υπ’ όψιν «την έννοιαν της, ην επλήρου, διακονίας εν τω ορθοδόξω κόσμω και αναμέσον των Ορθοδόξων Εκκλησιών, ουδέποτε εκλαβών ή και ασκήσας την εξουσίαν ταύτην εν τη εννοία ιδιοτύπου ορθοδοξοφανούς τινος {νεο – παπισμού}»9.
Τέλος, «το Οικουμενικό Πατριαρχείο παραμένει ένα ιερό σύμβολο της Ορθοδοξίας και του Γένους, αλλά η οικουμενική παρουσία του δεν είναι καθόλου συμβολική. Παραμένει τόσο δυναμική και ενεργός, όσο δυναμική και ενεργός παραμένει η σύγχρονη μαρτυρία της Ορθοδοξίας για την αξιοπιστία της σύγχρονης μαρτυρίας ολόκληρου του χριστιανικού κόσμου»10.


ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

1. Ιωάννου Ζηζιούλα, Μητροπ. Περγάμου, Η Ενότης της Εκκλησίας εν τη Θεία Ευχαριστία και τω επισκόπω κατά τους τρείς πρώτους αιώνας(διδακτ.διατριβή), Αθήναι, 1965, σ. 189
2. Ιωάννου Ζηζιούλα, Μητροπ. Περγάμου, Η Ενότης……σ.189
3. Ιωάννου Ζηζιούλα, Μητροπ. Περγάμου, Η Ενότης……σ.189
4. Καρμίρη Ι.«Σώμα Χριστού» στο Ι. Ζηζιούλα, Μητροπ. Περγάμου, Η Ενότης……σ.196
5. Μαξίμου, Μητροπ. Σάρδεων, το Οικουμενικόν Πατριαρχείον εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, Θεσ/νίκη, 1989, σ. 266
6. Μαξίμου, Μητροπ. Σάρδεων, το Οικουμενικόν Πατριαρχείον εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, Θεσ/νίκη, 1989, σ. 266
7. Ιεροθέου, Μητροπ. Ναυπάκτου, Οικουμενικό Πατριαρχείο και Εκκλησία της Ελλάδος, 2001, σ.431
8. Χατζηφώτη Ι.Μ., Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Δημήτριος στην Ελλάδα, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1988
9. Μαξίμου, Μητροπ. Σάρδεων, το Οικουμενικόν Πατριαρχείον εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, Θεσ/νίκη, 1989, σ. 352
10. Φειδά Β., Το Οικουμενικό Πατριαρχείο σήμερα, άρθρο σε περιοδικό «Επίκαιρα», Αθήνα, 1987, σ. 10.


1 σχόλιο:

  1. Αρχιμ. Ιωακείμ Οικονομίκος. Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος Ι. Μ. Κίτρους. Κατερίνη.17 Φεβρουαρίου 2011 στις 9:58 π.μ.

    Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, δεν είναι ένα απλό σύμβολο. Είναι η ψυχή της κατά Ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας. Είναι η πεμπτουσία της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι η Εκκλησία που ενσαρκώνει την πατερική και την λειτουργική παράδοση της Ορθοδοξίας μας, προβάλλοντάς την σε όλο τον κόσμο. Το Πατριαρχείο, είναι ο εγγυητής της Ενότητος των Ορθοδόξων. Γι' αυτό και σωστά ειπώθηκε από επίσημα πώς "εάν δεν υπήρχε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, θα έπρεπε να το είχαμε δημιουργήσει". Το Πατριαρχείο, είναι αυτό πού σε δύσκολους καιρούς κράτησε αναμμένη την φλόγα της ελπίδος και της αισιοδοξίας. Είναι αυτό που έδωσε ακόμα και το αίμα της καρδιά του, για να κρατηθεί το Γένος μας Πατριαρχικό και όχι Εξαρχικό. Το Πατριαρχείο, σε συνεργασία με όλη την Ορθοδόξη Εκκλησία και ποτέ αυθαίρετα όπως θέλουν ορισμένοι να το κατηγορούν, εργάζεται για την προώθηση της Ορθοδοξίας, των ιδανικών της, των δογμάτων της και γενικά του μεγάλου και σημαντικού πλούτου και θησαυρού πού κατέχει, σε κάθε ένα που αναζητά να βρεί την αλήθεια. Ο Θεός να διαφυλάττει το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, το Πατριαρχείο "των του Χριστού Πενήτων" από κάθε κακό, για να συνεχίζει την μεγάλη πολιτιστική και ιεραποστολίκή του δράση σε κάθε γωνιά του κόσμου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts with Thumbnails